Οι βιταμίνες έχουν γίνει πλέον μέρος της καθημερινότητάς μας, καθώς ο σύγχρονος τρόπος ζωής, δεν μας επιτρέπει συχνά, να απολαύσουμε ένα σωστό γεύμα. Κατά την άποψη πολλών ερευνητών, η βιταμίνη D αποτελεί τη βιταμίνη του μέλλοντος.
Απόδειξη της άποψης αυτής αποτελεί το γεγονός ότι η βιταμίνη D εμπλέκεται όχι μόνο στην προστασία από το κίνδυνο της οστεοπόρωσης, αλλά και από διάφορα αυτοάνοσα νοσήματα όπως αυτό της Σκλήρυνσης κατά Πλάκας (Γρηγοράκης 2003), με δεδομένο ότι επιδρά ως εκλεκτικός ρυθμιστής στα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος.
Επιπλέον, διάφορες έρευνες υποδεικνύουν ότι ο συνδυασμός της επαρκούς πρόσληψης βιταμίνης D με ένα υποθερμιδικό διατροφολόγιο οδηγεί σε επιτυχημένη απώλεια βάρους. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα που διεξήχθη στις Η.Π.Α στο πανεπιστήμιο της Μινεσότα, η αυξημένη πρόσληψη βιταμίνης D σε συνδυασμό με ασβέστιο και με διατροφή περιορισμένων θερμίδων επαύξησε την απώλεια βάρους. Οι εθελοντές που ελάμβαναν τον παραπάνω συνδυασμό έχασαν σημαντικά μεγαλύτερο βάρος και ιδιαίτερα κοιλιακό λίπος(Major et al 2007).
Κεντρικό ρόλο στο όλο φαινόμενο φαίνεται να διαδραματίζει η 1,25-διυδροξυβιταμίνη D3, η ενεργός μορφή της βιταμίνης D, που ρυθμίζει τα ιόντα ασβεστίου στα λιποκύτταρα, διαδικασία σημαντική για τη λιπογέννεση και τη λιπόλυση. Τα χαμηλά επίπεδα 1,25- διυδροξυβιταμίνης D3 οδηγούν σε αυξημένη τάση λιπογέννεσης, ενώ αντίθετα αποτελέσματα παρουσιάζονται όταν η διατροφή μας εμπεριέχει ποσότητες βιταμίνης D: αύξηση της λιπόλυσης και αναστολή της λιπογέννεσης.
Η βιταμίνη D επηρεάζει την έκκριση ινσουλίνης, τη μεταφορά ασβεστίου στους σκελετικούς μύς, τη βιοσύνθεση οιστρογόνων και προάγει αποτελεσματικά τις διάφορες βιολογικές λειτουργίες. Πολλές μελέτες έχουν δείξει τη σχέση ανάμεσα στην επάρκεια της βιταμίνης D και στην πρόληψη της παχυσαρκίας, καθώς και την έλλειψη βιταμίνης D σε παχύσαρκα άτομα. Ωστόσο, δεν είναι ξεκάθαρο αν η ανεπάρκεια της συγκεκριμένης βιταμίνης προκαλεί παχυσαρκία ή το αντίστροφο.
Παρόλο που το σώμα μας συνθέτει βιταμίνη D όταν εκτεθεί στον ήλιο, τα επίπεδά της σε πολλά άτομα ακόμα και στις ηλιόλουστες μεσογειακές χώρες είναι χαμηλά, ιδιαίτερα κατά τους χειμερινούς μήνες. Αλλά και τους καλοκαιρινούς μήνες παρατηρούνται χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D με δεδομένους τους φόβους που επικρατούν για καρκίνο του δέρματος από την υπερβολική έκθεση στον ήλιο, αλλά και από τη χρήση αντηλιακών τα οποία παρεμποδίζουν την απορρόφηση της βιταμίνης D από το σώμα. Αυτό σημαίνει ότι η πρόσληψη βιταμίνης D μέσω των τροφών θεωρείται απαραίτητη προκειμένου να αποκατασταθίστανται τα επίπεδά της στον οργανισμό.
Στους ενήλικες, η έλλειψη βιταμίνης D μπορεί να οδηγήσει σε οστεοπενία, οστεοπόρωση, κατάγματα, μυϊκή αδυναμία, αυτοάνοσα νοσήματα, μολυσματικές ασθένειες και καρδιαγγειακά νοσήματα. Υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι η βιταμίνη D μπορεί να μειώνει τον κίνδυνο για πολλές μορφές καρκίνου και διαβήτη τύπου 1.
Δημήτρης Γρηγοράκης Κλινικός Διαιτολόγος- Διατροφολόγος, ΜSc, Επιστημονικός Διευθυντής Κέντρου Διαιτολογικής Υποστήριξης & Μεταβολικού Ελέγχου ΑΠΙΣΧΝΑΝΣΙΣ – ΛΟΓΩ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ Πρόεδρος Ελληνικής Διατροφολογικής Εταιρείας grigorakis@logodiatrofis- gr logodiatrofis.gr
Απόδειξη της άποψης αυτής αποτελεί το γεγονός ότι η βιταμίνη D εμπλέκεται όχι μόνο στην προστασία από το κίνδυνο της οστεοπόρωσης, αλλά και από διάφορα αυτοάνοσα νοσήματα όπως αυτό της Σκλήρυνσης κατά Πλάκας (Γρηγοράκης 2003), με δεδομένο ότι επιδρά ως εκλεκτικός ρυθμιστής στα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος.
Επιπλέον, διάφορες έρευνες υποδεικνύουν ότι ο συνδυασμός της επαρκούς πρόσληψης βιταμίνης D με ένα υποθερμιδικό διατροφολόγιο οδηγεί σε επιτυχημένη απώλεια βάρους. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα που διεξήχθη στις Η.Π.Α στο πανεπιστήμιο της Μινεσότα, η αυξημένη πρόσληψη βιταμίνης D σε συνδυασμό με ασβέστιο και με διατροφή περιορισμένων θερμίδων επαύξησε την απώλεια βάρους. Οι εθελοντές που ελάμβαναν τον παραπάνω συνδυασμό έχασαν σημαντικά μεγαλύτερο βάρος και ιδιαίτερα κοιλιακό λίπος(Major et al 2007).
Κεντρικό ρόλο στο όλο φαινόμενο φαίνεται να διαδραματίζει η 1,25-διυδροξυβιταμίνη D3, η ενεργός μορφή της βιταμίνης D, που ρυθμίζει τα ιόντα ασβεστίου στα λιποκύτταρα, διαδικασία σημαντική για τη λιπογέννεση και τη λιπόλυση. Τα χαμηλά επίπεδα 1,25- διυδροξυβιταμίνης D3 οδηγούν σε αυξημένη τάση λιπογέννεσης, ενώ αντίθετα αποτελέσματα παρουσιάζονται όταν η διατροφή μας εμπεριέχει ποσότητες βιταμίνης D: αύξηση της λιπόλυσης και αναστολή της λιπογέννεσης.
Η βιταμίνη D επηρεάζει την έκκριση ινσουλίνης, τη μεταφορά ασβεστίου στους σκελετικούς μύς, τη βιοσύνθεση οιστρογόνων και προάγει αποτελεσματικά τις διάφορες βιολογικές λειτουργίες. Πολλές μελέτες έχουν δείξει τη σχέση ανάμεσα στην επάρκεια της βιταμίνης D και στην πρόληψη της παχυσαρκίας, καθώς και την έλλειψη βιταμίνης D σε παχύσαρκα άτομα. Ωστόσο, δεν είναι ξεκάθαρο αν η ανεπάρκεια της συγκεκριμένης βιταμίνης προκαλεί παχυσαρκία ή το αντίστροφο.
Παρόλο που το σώμα μας συνθέτει βιταμίνη D όταν εκτεθεί στον ήλιο, τα επίπεδά της σε πολλά άτομα ακόμα και στις ηλιόλουστες μεσογειακές χώρες είναι χαμηλά, ιδιαίτερα κατά τους χειμερινούς μήνες. Αλλά και τους καλοκαιρινούς μήνες παρατηρούνται χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D με δεδομένους τους φόβους που επικρατούν για καρκίνο του δέρματος από την υπερβολική έκθεση στον ήλιο, αλλά και από τη χρήση αντηλιακών τα οποία παρεμποδίζουν την απορρόφηση της βιταμίνης D από το σώμα. Αυτό σημαίνει ότι η πρόσληψη βιταμίνης D μέσω των τροφών θεωρείται απαραίτητη προκειμένου να αποκατασταθίστανται τα επίπεδά της στον οργανισμό.
Στους ενήλικες, η έλλειψη βιταμίνης D μπορεί να οδηγήσει σε οστεοπενία, οστεοπόρωση, κατάγματα, μυϊκή αδυναμία, αυτοάνοσα νοσήματα, μολυσματικές ασθένειες και καρδιαγγειακά νοσήματα. Υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι η βιταμίνη D μπορεί να μειώνει τον κίνδυνο για πολλές μορφές καρκίνου και διαβήτη τύπου 1.
Δημήτρης Γρηγοράκης Κλινικός Διαιτολόγος- Διατροφολόγος, ΜSc, Επιστημονικός Διευθυντής Κέντρου Διαιτολογικής Υποστήριξης & Μεταβολικού Ελέγχου ΑΠΙΣΧΝΑΝΣΙΣ – ΛΟΓΩ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ Πρόεδρος Ελληνικής Διατροφολογικής Εταιρείας grigorakis@logodiatrofis- gr logodiatrofis.gr
Tags
υγεία