Η υπάρχουσα βιβλιογραφία για την ωκυτοκίνη σε ζώα και ανθρώπους μαρτυρά αρκετούς θεραπευτικούς τομείς όπου μπορεί να αποδειχθεί ευεργετική η ωκυτοκίνη, όπως οι αγχώδεις διαταραχές (anxiety disorders) (π.χ. η κοινωνική φοβία [social phobia], η διαταραχή στρες μετά από ψυχοτραυματική εμπειρία, η διαταραχή άγχους αποχωρισμού [separation anxiety disorder]), οι διαταραχές με έντονη κοινωνική δυσλειτουργία (social dysfunction) (π.χ. ο αυτισμός, οι διαταραχές του φάσματος (spectrum) του αυτισμού, η σχιζοφρένεια), οι σεξουαλικές διαταραχές και η μεθοριακή διαταραχή προσωπικότητας (borderline personality disorder).
Μέχρι σήμερα, κεντρικές επιδράσεις της ωκυτοκίνης στους κλινικούς πληθυσμούς έχουν αναφερθεί στον αυτισμό, στη διαταραχή στρες μετά από ψυχοτραυματική εμπειρία , στη σεξουαλική δυσλειτουργία, στη σχιζοφρένεια και σε ένα υποσύνολο ασθενών με χρόνια δυσκοιλιότητα πασχόντων από το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου (irritable bowel syndrome) .
Η τελευταία αυτή μελέτη είναι μέχρι σήμερα η πιο μακροχρόνια (διάρκειας 13 εβδομάδων) και μεγάλη μελέτη που έχει αναφέρει κεντρικές επιδράσεις της ενδορρινικής ωκυτοκίνης. Σε ένα πληθυσμό 49 γυναικών με χρόνια δυσκοιλιότητα, αν και η ωκυτοκίνη δεν διέφερε από το placebo στις μετρήσεις της δυσκοιλιότητας, εμφάνισε όντως μια τάση μείωσης του κοιλιακού πόνου, των ενοχλήσεων και της καταθλιπτικής διάθεσης.
Αξιοσημείωτες είναι επίσης μικρές αρνητικές μελέτες της ωκυτοκίνης στην ψυχαναγκαστική-καταναγκαστική διαταραχή (obsessive-compulsive disorder) και την τριχοτιλλομανία (trichotillomania). Δεδομένων της αρχαίας προϊστορίας της ωκυτοκίνης και του γεγονότος ότι οι διαταράξεις των κοινωνικών σχέσεων αποτελούν εξέχον χαρακτηριστικό των περισσότερων μειζόνων ψυχιατρικών διαταραχών, οι οποιεσδήποτε θεραπευτικές επιδράσεις της ωκυτοκίνης πιθανότατα θα υπερβούν τα σύγχρονα διαγνωστικά όρια.
Πιο υποθετικά, η ωκυτοκίνη, ενεργώντας άμεσα στα νευρωνικά υποστρώματα της προσκόλλησης, μπορεί να είναι χρήσιμη ως «ενισχυτικό φάρμακο» (“augmentation agent”) στην ατομική ψυχοθεραπεία ή στην ψυχοθεραπεία ζεύγους (couple psychotherapy) . Οι σύνδεσμοι ανάμεσα στις ψυχοδυναμικές, αναπτυξιακές και νευροβιολογικές εννοιολογικές δομές αυξάνουν τις πιθανότητες οι ενισχυτικές της εμπιστοσύνης επιδράσεις της ωκυτοκίνης να μειώνουν τους αντανακλαστικούς, βασισμένους στον εγκέφαλο μηχανισμούς άμυνας που σχετίζονται με την αποστροφή προς την προδοσία . Οι επιδράσεις αυτές ίσως είναι ευεργετικές στην ψυχοθεραπεία, όπου οι μηχανισμοί άμυνας και η εξαρτημένη αποφυγή (conditioned avoidance) παρεμβαίνουν στις ψυχοθεραπευτικές αλλαγές .
Η MDMA (3,4-μεθυλενοδιοξυμεθαμφεταμίνη), η οποία έχει ωκυτονινεργική δραστηριότητα, έχει μελετηθεί στο πλαίσιο αυτό. Από ευρύτερη σκοπιά, ο ρόλος της ωκυτοκίνης στο σχηματισμό των κοινωνικών αναμνήσεων και η ευεργετική της επίδραση όταν συνδυάζεται με κοινωνική υποστήριξη μπορεί να ενισχύσει το σχεσιακό συστατικό πολλών θεραπευτικών παρεμβάσεων.
Πρόσφατα συμπεράσματα που καταδεικνύουν τη δύναμη της ωκυτοκίνης:
Η ωκυτοκίνη μειώνει το φόβο. (Huber, 2005)
Η ωκυτοκίνη επιταχύνει τη θεραπεία. Τα πληγωμένα χάμστερ θεραπεύονται δύο φορές πιο γρήγορα παρέα με ένα αδερφάκι, παρά στην απομόνωση (DeVries, 2004).
Η ωκυτοκίνη σταματά τη βουλιμία για γλυκά. (Billings, 2006).
Η ωκυτοκίνη μειώνει την αντικοινωνική συμπεριφορά. Η χορήγηση ωκυτοκίνης ομαλοποίησε την κοινωνική συμπεριφορά σε ζώα με συμπτώματα σχιζοφρένιας. (Lee, 2005)
Η ωκυτοκίνη προωθεί την υγιή κοινωνική συμπεριφορά. Η χορήγηση ωκυτοκίνης μειώνει τα συμπτώματα του αυτισμού. (Hollander, 2003)
Η ωκυτοκίνη μειώνει το στερητικό σύνδρομο των εθισμών. Όταν οι επιστήμονες τη χορήγησαν σε τρωκτικά εθισμένα στην κοκαΐνη, τη μορφίνη ή την ηρωίνη, οι αρουραίοι ελάττωναν τη δόση τους ή παρουσίαζαν λιγότερα συμπτώματα απόσυρσης. (Kovacs, 1998)
Η ωκυτοκίνη ηρεμεί. (Agren, 2002)
Η έλλειψη ωκυτοκίνης συνδέεται με την κατάθλιψη, ίσως επειδή τα υψηλά επίπεδα της ανταγωνίστριας κορτιζόλης είναι οι κύριοι ένοχοι στις διαταραχές κατάθλιψης και άγχους. (Uvnas-Moberg, 1999)
Η ωκυτοκίνη αυξάνει τη σεξουαλική δεκτικότητα, και έτσι εξηγείται γιατί ο τρυφερός ερωτικός τρόπος παραμένει ευχάριστος. (Pedersen, C.A., 2002), (Arletti, 1997)
Η ωκυτοκίνη μειώνει τα αποτελέσματα της κορτιζόλης. Τα αυξημένα επίπεδα ωκυτοκίνης στον εγκέφαλο μειώνουν τα επίπεδα κορτιζόλης στο αίμα. (Legros, 2003)
Η ωκυτοκίνη αυξάνει τη μακροζωία. Η συντροφικότητα αυξάνει τη μακροζωία (Υoung, 2004).
Περαιτέρω εξελίξεις όσον αφορά τις θεραπευτικές δυνατότητες της ωκυτοκίνης ίσως προκύψουν αν και όταν αναπτυχθούν φάρμακα λαμβανόμενα από το στόμα που θα έχουν ως στόχο το κεντρικό σύστημα ωκυτοκίνης.
Η ωκυτοκίνη, ένα απλό πεπτίδιο, όταν χορηγείται από το στόμα ή ενδοφλεβίως, αποδομείται γρήγορα από τις πεπτιδάσες στο πλάσμα και στο έντερο. Επιπλέον, λόγω του αιματεγκεφαλικού φραγμού (blood-brain barrier), η ωκυτοκίνη στο πλάσμα διεισδύει ελάχιστα στο κεντρικό νευρικό σύστημα. Έτσι, η ενδορρινική χορήγηση – ένα σχετικά ασυνήθιστο σύστημα χορήγησης στην ψυχιατρική – είναι το πλέον αξιόπιστο σύγχρονο μέσο επίτευξης αποδείξιμων κεντρικών επιδράσεων *Οι πληροφορίες που περιέχονται στην σελίδα ΘΕΡΑΠΕΥΤΗΣ δεν μπορούν να αντικαταστήσουν την γνωμάτευση του ιατρού σας. Αν αποφασίσετε να ακολουθήσετε κάποια θεραπεία ή διατροφή ρωτήστε τον προσωπικό ιατρό σας.
Ακολουθήστε μας και στο Facebook
Μέχρι σήμερα, κεντρικές επιδράσεις της ωκυτοκίνης στους κλινικούς πληθυσμούς έχουν αναφερθεί στον αυτισμό, στη διαταραχή στρες μετά από ψυχοτραυματική εμπειρία , στη σεξουαλική δυσλειτουργία, στη σχιζοφρένεια και σε ένα υποσύνολο ασθενών με χρόνια δυσκοιλιότητα πασχόντων από το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου (irritable bowel syndrome) .
Η τελευταία αυτή μελέτη είναι μέχρι σήμερα η πιο μακροχρόνια (διάρκειας 13 εβδομάδων) και μεγάλη μελέτη που έχει αναφέρει κεντρικές επιδράσεις της ενδορρινικής ωκυτοκίνης. Σε ένα πληθυσμό 49 γυναικών με χρόνια δυσκοιλιότητα, αν και η ωκυτοκίνη δεν διέφερε από το placebo στις μετρήσεις της δυσκοιλιότητας, εμφάνισε όντως μια τάση μείωσης του κοιλιακού πόνου, των ενοχλήσεων και της καταθλιπτικής διάθεσης.
Αξιοσημείωτες είναι επίσης μικρές αρνητικές μελέτες της ωκυτοκίνης στην ψυχαναγκαστική-καταναγκαστική διαταραχή (obsessive-compulsive disorder) και την τριχοτιλλομανία (trichotillomania). Δεδομένων της αρχαίας προϊστορίας της ωκυτοκίνης και του γεγονότος ότι οι διαταράξεις των κοινωνικών σχέσεων αποτελούν εξέχον χαρακτηριστικό των περισσότερων μειζόνων ψυχιατρικών διαταραχών, οι οποιεσδήποτε θεραπευτικές επιδράσεις της ωκυτοκίνης πιθανότατα θα υπερβούν τα σύγχρονα διαγνωστικά όρια.
Πιο υποθετικά, η ωκυτοκίνη, ενεργώντας άμεσα στα νευρωνικά υποστρώματα της προσκόλλησης, μπορεί να είναι χρήσιμη ως «ενισχυτικό φάρμακο» (“augmentation agent”) στην ατομική ψυχοθεραπεία ή στην ψυχοθεραπεία ζεύγους (couple psychotherapy) . Οι σύνδεσμοι ανάμεσα στις ψυχοδυναμικές, αναπτυξιακές και νευροβιολογικές εννοιολογικές δομές αυξάνουν τις πιθανότητες οι ενισχυτικές της εμπιστοσύνης επιδράσεις της ωκυτοκίνης να μειώνουν τους αντανακλαστικούς, βασισμένους στον εγκέφαλο μηχανισμούς άμυνας που σχετίζονται με την αποστροφή προς την προδοσία . Οι επιδράσεις αυτές ίσως είναι ευεργετικές στην ψυχοθεραπεία, όπου οι μηχανισμοί άμυνας και η εξαρτημένη αποφυγή (conditioned avoidance) παρεμβαίνουν στις ψυχοθεραπευτικές αλλαγές .
Η MDMA (3,4-μεθυλενοδιοξυμεθαμφεταμίνη), η οποία έχει ωκυτονινεργική δραστηριότητα, έχει μελετηθεί στο πλαίσιο αυτό. Από ευρύτερη σκοπιά, ο ρόλος της ωκυτοκίνης στο σχηματισμό των κοινωνικών αναμνήσεων και η ευεργετική της επίδραση όταν συνδυάζεται με κοινωνική υποστήριξη μπορεί να ενισχύσει το σχεσιακό συστατικό πολλών θεραπευτικών παρεμβάσεων.
Πρόσφατα συμπεράσματα που καταδεικνύουν τη δύναμη της ωκυτοκίνης:
Η ωκυτοκίνη μειώνει το φόβο. (Huber, 2005)
Η ωκυτοκίνη επιταχύνει τη θεραπεία. Τα πληγωμένα χάμστερ θεραπεύονται δύο φορές πιο γρήγορα παρέα με ένα αδερφάκι, παρά στην απομόνωση (DeVries, 2004).
Η ωκυτοκίνη σταματά τη βουλιμία για γλυκά. (Billings, 2006).
Η ωκυτοκίνη μειώνει την αντικοινωνική συμπεριφορά. Η χορήγηση ωκυτοκίνης ομαλοποίησε την κοινωνική συμπεριφορά σε ζώα με συμπτώματα σχιζοφρένιας. (Lee, 2005)
Η ωκυτοκίνη προωθεί την υγιή κοινωνική συμπεριφορά. Η χορήγηση ωκυτοκίνης μειώνει τα συμπτώματα του αυτισμού. (Hollander, 2003)
Η ωκυτοκίνη μειώνει το στερητικό σύνδρομο των εθισμών. Όταν οι επιστήμονες τη χορήγησαν σε τρωκτικά εθισμένα στην κοκαΐνη, τη μορφίνη ή την ηρωίνη, οι αρουραίοι ελάττωναν τη δόση τους ή παρουσίαζαν λιγότερα συμπτώματα απόσυρσης. (Kovacs, 1998)
Η ωκυτοκίνη ηρεμεί. (Agren, 2002)
Η έλλειψη ωκυτοκίνης συνδέεται με την κατάθλιψη, ίσως επειδή τα υψηλά επίπεδα της ανταγωνίστριας κορτιζόλης είναι οι κύριοι ένοχοι στις διαταραχές κατάθλιψης και άγχους. (Uvnas-Moberg, 1999)
Η ωκυτοκίνη αυξάνει τη σεξουαλική δεκτικότητα, και έτσι εξηγείται γιατί ο τρυφερός ερωτικός τρόπος παραμένει ευχάριστος. (Pedersen, C.A., 2002), (Arletti, 1997)
Η ωκυτοκίνη μειώνει τα αποτελέσματα της κορτιζόλης. Τα αυξημένα επίπεδα ωκυτοκίνης στον εγκέφαλο μειώνουν τα επίπεδα κορτιζόλης στο αίμα. (Legros, 2003)
Η ωκυτοκίνη αυξάνει τη μακροζωία. Η συντροφικότητα αυξάνει τη μακροζωία (Υoung, 2004).
Περαιτέρω εξελίξεις όσον αφορά τις θεραπευτικές δυνατότητες της ωκυτοκίνης ίσως προκύψουν αν και όταν αναπτυχθούν φάρμακα λαμβανόμενα από το στόμα που θα έχουν ως στόχο το κεντρικό σύστημα ωκυτοκίνης.
Η ωκυτοκίνη, ένα απλό πεπτίδιο, όταν χορηγείται από το στόμα ή ενδοφλεβίως, αποδομείται γρήγορα από τις πεπτιδάσες στο πλάσμα και στο έντερο. Επιπλέον, λόγω του αιματεγκεφαλικού φραγμού (blood-brain barrier), η ωκυτοκίνη στο πλάσμα διεισδύει ελάχιστα στο κεντρικό νευρικό σύστημα. Έτσι, η ενδορρινική χορήγηση – ένα σχετικά ασυνήθιστο σύστημα χορήγησης στην ψυχιατρική – είναι το πλέον αξιόπιστο σύγχρονο μέσο επίτευξης αποδείξιμων κεντρικών επιδράσεων *Οι πληροφορίες που περιέχονται στην σελίδα ΘΕΡΑΠΕΥΤΗΣ δεν μπορούν να αντικαταστήσουν την γνωμάτευση του ιατρού σας. Αν αποφασίσετε να ακολουθήσετε κάποια θεραπεία ή διατροφή ρωτήστε τον προσωπικό ιατρό σας.
Ακολουθήστε μας και στο Facebook